- Ιβάνοβο
- (Ivanovo). Πόλη (451.000 κάτ. το 2002) της Ρωσίας στις όχθες του ποταμού Ουβόντ, πρωτεύουσα ομώνυμης επαρχίας (23.900 τ. χλμ., 1.167.000 κάτ.) στα ΒΑ της Μόσχας. Η πόλη χωρίζεται σε τρεις περιφέρειες. Το σημερινό Ι. δημιουργήθηκε το 1871 από τη συγχώνευση του χωριού Βοζνεσένσκι-Ποσάντ και του εμπορικού και βιοτεχνικού χωριού Ι., οι κάτοικοι των οποίων ασχολούνταν κυρίως με την υφαντουργία. Μετά την Οκτωβριανή επανάσταση αναπτύχθηκαν οι μηχανοκατασκευές, η χημική και πετροχημική βιομηχανία, η ενεργειακή παραγωγή και η βιομηχανία προϊόντων ξύλου, χαρτιού και χαρτομάζας. Αποτέλεσμα ήταν να γίνει το Ι. μεγάλο βιομηχανικό κέντρο. Σήμερα, η υφαντουργία κατέχει την πρώτη θέση στη βιομηχανία του, υπάρχουν όμως και μεγάλα εργοστάσια κατασκευής υφαντουργικών μηχανημάτων, αυτοκινήτων, γερανών, γεωτρύπανων, καθώς και ανεπτυγμένη βιομηχανία ειδών διατροφής. Η πόλη διαθέτει μουσεία, θέατρα και φιλαρμονική. Η ομώνυμη επαρχία σχηματίστηκε το 1929 και περιλαμβάνει 19 διοικητικές περιφέρειες. Στο μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από πεδιάδες που καλύπτονται από δάση, ενώ το δυτικό τμήμα της είναι περισσότερο λοφώδες. Διασχίζεται από τους ποταμούς Βόλγα και Κλιάζμα, που χρησιμοποιούνται κυρίως για παροχή υδάτων. Μεγαλύτερες πόλεις της περιοχής είναι το Ι., η Κινέσμα, η Σούγια και η Βίτσουγκα. Στην περιοχή είναι ανεπτυγμένη η υφαντουργία, με την οποία ασχολείται το 60% του συνόλου των εργατών στα κέντρα Κινέσμα, Σούγια, Φουρμάνοφ, Τέικοβο, Γιούζα κ.α. Διαθέτει επίσης και πολλά εργοστάσια. Οι κάτοικοι καλλιεργούν δημητριακά (σίκαλη, βρόμη, σιτάρι, όσπρια), πατάτες και λαχανικά, ενώ εκτρέφουν βοοειδή, χοίρους και άλογα ράτσας. Οι νέοι φοιτούν σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ινστιτούτα υφαντουργίας, ενεργειακής παραγωγής, χημικής τεχνολογίας, γεωπονίας, παιδαγωγικής και ιατρικής) και σε μέσες ειδικές σχολές. Η περιοχή διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα, πάνω από 600 δημόσιες βιβλιοθήκες και 11 μουσεία. Ιστορία. Το Ι. έγινε το θέατρο τριών μεγάλων απεργιών στη διάρκεια του τσαρικού καθεστώτος. Στην πρώτη (1897-98), πάνω από 14.000 εργάτες διεκδίκησαν καλύτερες συνθήκες εργασίας, διατήρηση των αργιών και καθιέρωση εργατικού ελέγχου για τις δαπάνες του κεφαλαίου των προστίμων. Στη δεύτερη και μεγαλύτερη (12 Μαΐου-23 Ιουλίου 1905), συμμετείχαν 70.000 εργάτες (με επικεφαλής τους Φρούνζε και Αφανάσιεφ) με οικονομικά αιτήματα, σύντομα όμως η απεργία απέκτησε πολιτικό χαρακτήρα. Στη διάρκειά της σχηματίστηκε το πρώτο συμβούλιο των αντιπροσώπων των εργατών (σοβιέτ), παρά τα τρομοκρατικά μέτρα της τσαρικής εξουσίας. Τέλος, το 1915 ξέσπασε γενική απεργία, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν πολλοί εργάτες. Το γεγονός αυτό προκάλεσε απεργίες διαμαρτυρίας σε άλλες ρωσικές πόλεις, ενώ αποτέλεσε την αφετηρία των μαζικών πολιτικών εκδηλώσεων του ρωσικού προλεταριάτου κατά το τέλος του 1915.
Dictionary of Greek. 2013.